ΤΟΥ ΦΑΙΔΩΝΑ ΛΕΟΝΤΟΠΟΥΛΟΥ
Είναι τουλάχιστον επιπόλαια η άποψη, ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχει ακροδεξιά. Μπορεί να μην ισοδυναμεί με τα ποσοστά, που συγκέντρωσε ο κ. Γ. Καρατζαφέρης την περασμένη Κυριακή στην υπερνομαρχία Πειραιώς - Αθηνών, αλλά σίγουρα υφίσταται σαν θέση, αντίληψη και τρόπος ζωής.
Συνοπτικά, αφορά πολίτες αυτής της χώρας, που ανήκουν σε ασθενείς κοινωνικά ταξεις, αλλά, που έχουν έντονα ξενοφοβικά και ρατσιστικά αισθήματα, που επηρεάζονται από ελληνοκεντρικά μεγαλοϊδεατικά συνθήματα, αλλά και που σε πολιτικό επίπεδο, μπορεί – λόγω κοινωνικού αποκλεισμού – να επηρεασθούν από θέσεις που προσιδιάζουν με εκείνες της Αριστεράς (καθολικό δικαίωμα στην εργασία, προστασία των αδυνάτων κλπ) και από μία ηθικού – θρησκευτικού χαρακτήρα καταγγελτική ρητορική κατα του πολέμου και οσων επιχειρούν να τον προκαλέσουν.
Χωρίς να υπάρχουν πλήρεις αντιστοιχίσεις, αξίζει να επισημανθεί, ότι στη Γαλλία ο Λεπέν κατόρθωσε να συγκεντρώσει ένα μεγάλο τμήμα του περιβόητου 18%, το οποίο απέσπασε στις γαλλικές προεδρικές εκλογές από κομμουνιστικές και σοσιαλιστικές ψήφους σε άλλοτε «κοκκινες» περιοχές, όπως το προάστειο Σαίν Ντενί του Παρισιού.
Οπως επίσης, σε περιόδους, που ο φασισμός ανήρχετο στη Γερμανία, ο Χίτλερ στην προσπάθειά του να δημιουργήσει ευρύ πολιτικό χώρο χρησιμοποίησε συνθηματα «κλεμμένα» από το ΚΚ Γερμανίας και το γερμανικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα.
Στην περίπτωση του προέδρου του Λαικού Ορξόδοξου Συναγερμού του κ.Καρατζαφέρη, τα πράγματα διαφέρουν κάπως. Ο ίδιος, βεβαίως, έχει κάθε συμφέρον να θέλει να παρουσιάσει το σημαντικό ποσοστό του 14%, που απέσπασε, σαν ποσοστό θετικής αποδοχής του κόμματός του. Προσπαθεί να σταδιοδρομήσει με τις σημαίες της Ακροδεξιάς, παραγνωρίζοντας φυσικά, ότι η πολιτική του παρουσία θα ήταν ασήμαντη αν η Ρηγίλλης αντί του κ.Τζαννετάκου είχε επιλέξει για την υπερνομαρχία ένα πρόσωπο εγγύτερα στον πολιτικό της χώρο.
Ο κ. Κατζαφέρης, λοιπόν, αξιοποίησε στο έπακρο μία ευκαιρία, που του έδωσε το έλλειμμα στρατηγικής της Ρηγίλλης. Γιατί άραγε δεν έπραξε το ίδιο σε άλλες περιπτώσεις, όπως στο Δήμο Αθηναίων, Πειραιώς, Θεσσαλονίκης κ.α., όπου οι υποψήφιοι είχαν εκτός των άλλων το στοιχείο της πολιτικής «αναγνωρισιμότητας»; Συνεπώς, οι περισσότεροι, που τον ψήφισαν ήταν ψηφοφόροι της ΝΔ, που θέλησαν με τον τρόπο αυτό να διαμαρτυρηθούν περιστασιακά για για τη συγκεκριμένη επιλογή της ΝΔ. Και το πιθανότερο είναι, ότι στις επικείμενες βουλευτικές εκλογές, αυτοί οι ψηφοφόροι θα ξαναγυρίσουν στο κόμμα τους.H συντριπτική πλειοψηφία όσων ψήφισαν τον κ. Γ. Kαρατζαφέρη, όμως, δεν είναι ακροδεξιοί νέου τύπου. Eίναι παραδοσιακοί δεξιοί, σταθεροί υποστηρικτές της N.Δ., οι οποίοι επέλεξαν αυτόν τον τρόπο για να εκφράσουν την αντίθεσή τους στην υποψηφιότητα Tζαννετάκου. Eάν η Pηγίλλης είχε ορίσει άλλον υποψήφιο, η εκλογική επίδοση του διαγραμμένου βουλευτή θα ήταν ασήμαντη. Eίναι λογικό να υποθέσουμε ότι στις βουλευτικές εκλογές θα επιστρέψουν στο κόμμα τους.
Από την άλλη, το ΛΑ.Ο.Σ θα συγκρατήσει ένα τμήμα ψηφοφόρων, που είναι ακροδεξιοί.
Στις άλλες ευρωπαικές χώρες, τα ακροδεξιά κινήματα νέου τύπου εκμεταλλεύθηκαν στο έπακρο τις άσχημες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες για να αποκτήσουν επιρροή.
Στην Ελλάδα, η Ακροδεξιά άρχισε να αναπτύσσεται σαν καθεστωτική δύναμη από τη δικτατορία του Μεταξά και συγκροτήθηκε μετά το τέλος του Εμφυλίου σαν δύναμη αρωγός του αντικομμουνιστικού κράτους, που προέκυψε. Απλωσε τα δίχτυα της σε υπηρεσίες, στον στρατό και στην αστυνομία, ενώ επάνδρωσε το εγκληματικό παρακράτος.Yπενθυμίζουμε, ότι η μεταπολεμική ελληνική Aκροδεξιά ήταν παραδοσιακή αντικομμουνιστική και καθεστωτική. Bρισκόταν εντός των κρατικών μηχανισμών ή συνδεόταν μ’ αυτούς και ενίοτε λειτουργούσε παρακρατικά.
Στην πρώτες εκλογές, μετά την πτώση της Χούντας, η Εθνική Δημοκρατική Ένωση (ΕΔΕ) του Γαρουφαλιά, που εξέφραζε την τότε Ακροδεξιά συγκέντρωσε ένα ποσοστό 7%. Ο χώροςαυτός στη συνέχεια συρρικνώθηκε και βρήκε πολιτική έκφραση στο κόμμα της ΝΔ.
Σήμερα, είναι ένα μεγάλο ερώτημα αν το εγχείρημα Καρατζαφέρη θα βρεί κοινωνική ανταπόκριση. Για να το πετύχει πάντως, θα πρέπει να βοηθηθεί, όχι μόνον από λάθη της ηγεσίας της ΝΔ, αλλά και από τακτικές του κυβερνώντος κόμματός, το οποίο στην περίπτωση Καρατζαφέρη για να αποκομίσει οφέλη σε επίπεδο εντυπώσεων πρόβαλλε κατα κόρον το φαινόμενο. Ας μην ξεχνάμε, πάντως, ότι το ΄΄ιδιο παιχνίδι είχε προσπαθήσει να παίξει και ο μακαρίτης ο Φρανσουά Μιττεράν με τον Λεπέν, αλλά όπως φάνηκε εκ των υστέρων αυτός και οι Γάλλοι κομμουνιστές πλήρωσαν το τίμημα..
Είναι τουλάχιστον επιπόλαια η άποψη, ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχει ακροδεξιά. Μπορεί να μην ισοδυναμεί με τα ποσοστά, που συγκέντρωσε ο κ. Γ. Καρατζαφέρης την περασμένη Κυριακή στην υπερνομαρχία Πειραιώς - Αθηνών, αλλά σίγουρα υφίσταται σαν θέση, αντίληψη και τρόπος ζωής.
Συνοπτικά, αφορά πολίτες αυτής της χώρας, που ανήκουν σε ασθενείς κοινωνικά ταξεις, αλλά, που έχουν έντονα ξενοφοβικά και ρατσιστικά αισθήματα, που επηρεάζονται από ελληνοκεντρικά μεγαλοϊδεατικά συνθήματα, αλλά και που σε πολιτικό επίπεδο, μπορεί – λόγω κοινωνικού αποκλεισμού – να επηρεασθούν από θέσεις που προσιδιάζουν με εκείνες της Αριστεράς (καθολικό δικαίωμα στην εργασία, προστασία των αδυνάτων κλπ) και από μία ηθικού – θρησκευτικού χαρακτήρα καταγγελτική ρητορική κατα του πολέμου και οσων επιχειρούν να τον προκαλέσουν.
Χωρίς να υπάρχουν πλήρεις αντιστοιχίσεις, αξίζει να επισημανθεί, ότι στη Γαλλία ο Λεπέν κατόρθωσε να συγκεντρώσει ένα μεγάλο τμήμα του περιβόητου 18%, το οποίο απέσπασε στις γαλλικές προεδρικές εκλογές από κομμουνιστικές και σοσιαλιστικές ψήφους σε άλλοτε «κοκκινες» περιοχές, όπως το προάστειο Σαίν Ντενί του Παρισιού.
Οπως επίσης, σε περιόδους, που ο φασισμός ανήρχετο στη Γερμανία, ο Χίτλερ στην προσπάθειά του να δημιουργήσει ευρύ πολιτικό χώρο χρησιμοποίησε συνθηματα «κλεμμένα» από το ΚΚ Γερμανίας και το γερμανικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα.
Στην περίπτωση του προέδρου του Λαικού Ορξόδοξου Συναγερμού του κ.Καρατζαφέρη, τα πράγματα διαφέρουν κάπως. Ο ίδιος, βεβαίως, έχει κάθε συμφέρον να θέλει να παρουσιάσει το σημαντικό ποσοστό του 14%, που απέσπασε, σαν ποσοστό θετικής αποδοχής του κόμματός του. Προσπαθεί να σταδιοδρομήσει με τις σημαίες της Ακροδεξιάς, παραγνωρίζοντας φυσικά, ότι η πολιτική του παρουσία θα ήταν ασήμαντη αν η Ρηγίλλης αντί του κ.Τζαννετάκου είχε επιλέξει για την υπερνομαρχία ένα πρόσωπο εγγύτερα στον πολιτικό της χώρο.
Ο κ. Κατζαφέρης, λοιπόν, αξιοποίησε στο έπακρο μία ευκαιρία, που του έδωσε το έλλειμμα στρατηγικής της Ρηγίλλης. Γιατί άραγε δεν έπραξε το ίδιο σε άλλες περιπτώσεις, όπως στο Δήμο Αθηναίων, Πειραιώς, Θεσσαλονίκης κ.α., όπου οι υποψήφιοι είχαν εκτός των άλλων το στοιχείο της πολιτικής «αναγνωρισιμότητας»; Συνεπώς, οι περισσότεροι, που τον ψήφισαν ήταν ψηφοφόροι της ΝΔ, που θέλησαν με τον τρόπο αυτό να διαμαρτυρηθούν περιστασιακά για για τη συγκεκριμένη επιλογή της ΝΔ. Και το πιθανότερο είναι, ότι στις επικείμενες βουλευτικές εκλογές, αυτοί οι ψηφοφόροι θα ξαναγυρίσουν στο κόμμα τους.H συντριπτική πλειοψηφία όσων ψήφισαν τον κ. Γ. Kαρατζαφέρη, όμως, δεν είναι ακροδεξιοί νέου τύπου. Eίναι παραδοσιακοί δεξιοί, σταθεροί υποστηρικτές της N.Δ., οι οποίοι επέλεξαν αυτόν τον τρόπο για να εκφράσουν την αντίθεσή τους στην υποψηφιότητα Tζαννετάκου. Eάν η Pηγίλλης είχε ορίσει άλλον υποψήφιο, η εκλογική επίδοση του διαγραμμένου βουλευτή θα ήταν ασήμαντη. Eίναι λογικό να υποθέσουμε ότι στις βουλευτικές εκλογές θα επιστρέψουν στο κόμμα τους.
Από την άλλη, το ΛΑ.Ο.Σ θα συγκρατήσει ένα τμήμα ψηφοφόρων, που είναι ακροδεξιοί.
Στις άλλες ευρωπαικές χώρες, τα ακροδεξιά κινήματα νέου τύπου εκμεταλλεύθηκαν στο έπακρο τις άσχημες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες για να αποκτήσουν επιρροή.
Στην Ελλάδα, η Ακροδεξιά άρχισε να αναπτύσσεται σαν καθεστωτική δύναμη από τη δικτατορία του Μεταξά και συγκροτήθηκε μετά το τέλος του Εμφυλίου σαν δύναμη αρωγός του αντικομμουνιστικού κράτους, που προέκυψε. Απλωσε τα δίχτυα της σε υπηρεσίες, στον στρατό και στην αστυνομία, ενώ επάνδρωσε το εγκληματικό παρακράτος.Yπενθυμίζουμε, ότι η μεταπολεμική ελληνική Aκροδεξιά ήταν παραδοσιακή αντικομμουνιστική και καθεστωτική. Bρισκόταν εντός των κρατικών μηχανισμών ή συνδεόταν μ’ αυτούς και ενίοτε λειτουργούσε παρακρατικά.
Στην πρώτες εκλογές, μετά την πτώση της Χούντας, η Εθνική Δημοκρατική Ένωση (ΕΔΕ) του Γαρουφαλιά, που εξέφραζε την τότε Ακροδεξιά συγκέντρωσε ένα ποσοστό 7%. Ο χώροςαυτός στη συνέχεια συρρικνώθηκε και βρήκε πολιτική έκφραση στο κόμμα της ΝΔ.
Σήμερα, είναι ένα μεγάλο ερώτημα αν το εγχείρημα Καρατζαφέρη θα βρεί κοινωνική ανταπόκριση. Για να το πετύχει πάντως, θα πρέπει να βοηθηθεί, όχι μόνον από λάθη της ηγεσίας της ΝΔ, αλλά και από τακτικές του κυβερνώντος κόμματός, το οποίο στην περίπτωση Καρατζαφέρη για να αποκομίσει οφέλη σε επίπεδο εντυπώσεων πρόβαλλε κατα κόρον το φαινόμενο. Ας μην ξεχνάμε, πάντως, ότι το ΄΄ιδιο παιχνίδι είχε προσπαθήσει να παίξει και ο μακαρίτης ο Φρανσουά Μιττεράν με τον Λεπέν, αλλά όπως φάνηκε εκ των υστέρων αυτός και οι Γάλλοι κομμουνιστές πλήρωσαν το τίμημα..