Του δρα Σαχίν Αλπάυ
Τα αποτελέσματα των τουρκικών κοινοβουλευτικών εκλογών της 3ης Νοεμβρίου μπορούν να χαρακτηρισθούν ως νίκη της Δημοκρατίας στην Τουρκία, για πολλούς και διάφορους λόγους:
Πρώτον:επειδή τόσο η προεκλογική εκστρατεία αλλά και η εκλογική διαδικασίαπέρασαν χωρίς να σημειωθούν σοβαρά επεισόδια , με απόλυτη τάξη.
Η συμμετοχή, 78%, αν και λίγο μικρότερη από προηγούμενες εκλογές, ήταν ικανοποιητική σε σύγκριση με τα διεθνή επίπεδα.
Δεύτερον: αν εξαιρέσουμε το χειρότερο εκλογικό σύστημα στον κόσμο, με το εμπόδιο του 10% (για την εκπροσώπηση των κομμάτων) η Δημοκρατία λειτούργησε. Η τρικομματική κυβέρνηση συνασπισμού του Μπουλέντ Ετζεβίτ, αντικαθίσταται με μονοκομματική, κάτι που συμβαίνει για πρώτη φορά μετά από 11 χρόνια.
Ο λόγος της προκήρυξης των εκλογών άλλωστε, ήταν για να έρθει μία κυβέρνηση που θα μπορούσε να εργαστεί με αρμονία, απαλλαγμένη από πολιτικές αβεβαιότητες, για να εφαρμόσει ένα οικονομικό πρόγραμμα σταθερότητας και τις πολιτικές μεταρρυθμίσεις αναγκαίες για την ένταση στην Ευρωπαϊκή ΄Ενωση.
Οι εκλογές της 3ης Νοεμβρίου είναι ιστορικής σημασίας και για το λόγο πως μοιάζουν με τις εκλογές του 1950 και του 1983. Και στις τρεις αυτές περιπτώσεις , τα κόμματα που δεν στηρίζονταν από το πολιτικο-οικονομικό κατεστημένο είχαν κερδίσει, και αυτή τη φορά, χωρίς το κατεστημένο να κάνει κάποια προσπάθεια να παρέμβει.
Τρίτον: ας είναι καλά το χειρότερο εκλογικό σύστημα στον κόσμο, μια γενεά φθαρμένων, ανίκανων και διεφθαρμένων πολιτικώνπαραμερίστηκαν από την πολιτική αρένα, ελπίζουμε για καλά.
Τέταρτον, το τουρκικό εκλογικό σώμαδεν στήριξε τον εθνικιστικό λαϊκισμό του φθηνότερου είδους, που πρόσφερε δωρεάν συναυλίες και γεύματα.
Κι όμως η νίκη της Δημοκρατίας στις εκλογ΄ς της 3ης Νοεμβρίου σκιάζεται απότ ο γεγονός, ότι το φράγμα του 10% εμπόδισε το 45% του εκλογικού σώματος που ψήφισε για 16 διαφορετικά κόμματα να εκπροσωπηθείς τη Βουλή. Έτσι ίσως κάποια κόμματα να καταγγείλουν τη νέα Βουλή ως παράνομη επειδή δεν στηρίζεται παρά μόνο από το 55% της λαϊκή βούλησης.
Η νίκη της Δημοκρατίας σκιάζεται ακόμα από το γεγονός ότι ο νικητής αρχηγός του πρώτου κόμματος σε ψήφους της Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ), Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογάν, δεν μπορεί να ηγηθεί της κυβέρνησης που θα σχηματιστεί.
Πολλοί είναι οι παράγοντες που συνεισφέρουν στη συντριπτική νίκη του ΑΚΡ, το οποίο πήρε το 35% των ψήφων χάρη στο χειρότερο εκλογικό σύστημα στον κόσμο κερδίζονταςσχεδόν τα δύο τρίτα των εδρών –μόλις 3 έδρες λιγότερες από την απαιτούμενη πλειοψηφία για συνταγματικές μεταρρυθμίσεις.
Τόσο ο Ερντογάν, όσο και ο πιθανός νέος πρωθυπουργός Αμντουλά Γκιουλ και η γενιά τους ήταν εκείνοι –κι όχι ο Νετσμεντίν Ερμπακάν- που πρωτοστάτησαν στη δημιουργία του κοινωνικού κινήαμτος και την πολιτική οργάνωση που είχε οδηγήσει στη νίκη του κόμματος της Ευημερίας στις τοπικές εκλογές του 1994 και λίγο αργότερα στις βουλευτικές εκλογές του 1995.
Πίσω από τον αξιοθαύμαστο ιδεολογικό μετασχηματισμό του Ερντογάν, και των οπαδών του βρίσκεται η κατανόηση του γεγονότος ότι η συντριπτική πλειοψηφία του τουρκικού λαού είναι στενά προσδεδεμένη στη Δημοκρατία και το λαϊκό κράτος όσο και στις μουσουλμανικές θρησκευτικές αξίες.
Οι πρόσφατες τουρκικές εκλογές έδωσαν ένα σημαντικό μήνυμα στον υπόλοιπο κόσμο. Πως το Ισλάμ δεν είναι απαραίτητα αποκλειστικά φονταμενταλιστικό, τρομοκρατικό, οπισθοδρομικο και φανατικό....Το Ισλάμ είναι μία από τις μεγάλες θρησκευτικές δοξασίες στον Κόσμο και υπόκειται σε διαφορετικές ερμηνείες όπως όλες οι άλλες θρησκείες.
Το ΑΚΡ, αμναλαμβάνει την ευθύνη της διακυβέρνησης, κάτω από δύσκολες περιστάσεις. Η οικονομική κρίση βρίσκεται κατά κάποιο τρόπο υπό έλεγχο, χάρη στις μεταρρυθμίσεςι που άρχισε ο προηγούμενος υπουργός Οικονομικών Κεμάλ Ντερβίς και οι αγορές έχουν αρχίσει να αντιδρούν σχεδόν θετικά στο ενδεχόμενο σχηματισμού μονοκομματικής κυβέρνησης.
Θα πρέπει ωστός να εφαρμοστούν οι μεταρρυθμίσες για να ικανοποιηθούν τα «κριτήρια της Κοπενχάγης και να επιλυθεί το Κυπριακόπρόβλημα αν η Τουρκία επιθυμεί να οριστεί ημερομηνία έναρξη του ενταξιακού διαλόγου με την ΕΕ. Θα πρέπει ακόμα να αντιμετωπιστεί η αυξανόμενη φτώχεια και ανεργία ενώ θα συνεχίζεται το σταθεροποιητικό πρόγραμμα που υποστηρίζει το ΔΝΤ.
Το μόνο αντιπολιτευόμενο κόμμα, CHP του Ντενίζ Μπαϋκάλ έχει διακηρύξει πως θα ακολουθήσει πνεύμα συνεργασίας στις σχέσεις του με το κυβερνών κόμμα, στηρίζοντας τα θετικά βήματα που θα κάνειτ ο ΑΚΡ.
Η Τουρκία, από την πρώτη βδομάδα του Νοεμβρίου 2002 είναι γεμάτη αισιοδοξία και ελπίδα πως θα αποκτήσει σταθερότητα τόσος την πολιτική όσο και την Οικονομία.
(Ο Dr. Sahin Alpay, είναι δημοσιογράφος και καθηγητής στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Bahcesehir, της Κωνσταντινούπολης)